Κυριακή 23 Μαρτίου 2008

« Σήκωωω, φιλάαας»



« Σήκωωω, φιλάαας» του σιγοψυθίρισε στ’ αυτί ο 18αρης, σεξομανής ορεσίβιος και του χάιδεψε το λοβό του αυτιού του.
«Ε…Ε…μμ…» έκανε νυσταγμένα ο σιτεμένος συμφάνταρος.
«Σήκωωω, μωρέ σου΄πα, φιλάαας, καημένεεε!» τρίβοντας, λίγο πιο επίμονα το λοβό.
«Α γαμήσου, μαλακισμένο! Πόσες φορές σου είπα να μη μου πιάνεις το αυτί παλιομαλάκα;»

Λούης το 18χρονο.

«Πήγαινε παλιοαρχίδι…τράβα καμιά μπηχτή μπας και ησυχάσεις, γιατί άμα σε πιάσω στα χέρια μου θα δεις πως γαμάει ο Χασάν.»
« Τη υπερμάχω, στρατηγώ τα νικητήρια, ως σταυροθείσα…» ψάλουν με πνιχτά γέλια οι δυο τζάμπα αγουροξυπνημένοι.
«Δε θα ξημερώσει , βρε αλήτες και σεις…δε θα βαρεθείτε…δε θα ζητήσετε τάβλι…θα την πάρει η τουρκιά την εκδίκησή της…»
«Χασανάακοο, ου..ου!»

Γέλια, καθόλου πνιχτά αυτή τη φορά.

Ήρθε το πρωί…στην ώρα του.
Ήρθε και το μεσημέρι, τελειώσαν οι υπηρεσίες, ο ήλιος άρχισε να βαράει κατακούτελα.

Ο χασανάκος απ’ το Χασάν, ο γαμιώτης από το Γιαννιώτης, ο 18αρης σεξομανής ορεσίβιος και ο πάγκακος απ’ το Πάγκαλος πιάσαν τη σκιά πίσω απ΄το θάλαμο.
Οι τρεις σιτεμένοι με τα κινητά στο χέρι και το sexomaniac baby να τους κοιτά με απορία…

«Τι μαλάκες είστε, γέροι άνθρωποι. Ευτυχώς δεν έχετε κληρονόμους. Πούστηδες θα τους κάνετε τους γιους σας. Η γυναίκα, βρε χαμένοι δε θέλει μηνυματάκια και γλυκόλογα… Η γυναίκα θέλει να την αρπάξεις απ’ το μαλλί να τη γαμήσεις κι όπως είναι με τα χύσια, παραζαλισμένη… να τη σβουρήξεις και να την πετάξεις στα βράχια! Σαν χταπόδι»

Σφυρίγματα, αλλαλαγμοί, χτυπήματα στο τραπέζι…

«Τη Υπερμάχω στρατηγώ…» ψάλλουν τα τρία γερόντια…

Τα παίρνει ο ορεσίβιος.

«Να πά να γαμηθείτε, πούστηδες παππούδες…σας βαρέθηκα…φεύγω»
«Πήγαινε, μόλις την καθάρισα…μοσχοβολάει…και οι τοίχοι…βάρα την, μπας και ξεδώσεις, παπάρα…» του’πε ο Χασανάκος.

Πόσο ρε, ορεσίβιε! Πόσο ταυτίζομαι, κάποιες φορές, μαζί σου…Και θέλω να τον αρπάξω απ’ τ’ αρχίδια, να τον γαμήσω κι όπως είναι με τα χύσια, παραζαλισμένος να τον σβουρήξω και να τον πετάξω στα βράχια! Σαν χταπόδι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: