Επειδή ο κύριος Πετεφρής το ευχήθηκε, χθες
"Αννέ,…αυγά κόκκινα και τσουρέκ’, γιαπατζάσμ άννετζιμ;"
Κάθε χρόνο το ίδιο βιολί… εκεί κατά τη Μεγάλη Τρίτη με Τετάρτη έπεφτε η ερώτηση, ανάλογα τι νέα φέρναν τ’αλλά παιδούδια στο πάρκο… απ΄την πόρτα της αυλής και με ένταση τόση, ώστε το ναι να είναι σίγουρο.
"Εβέτ τσοτζούμ, γιαπατζάζ" του ‘λεγε η Χατιτζέ…τι να κάνει, ήξερε ότι δεν γλίτωνε εύκολα απ’ το μεγάλο της… το ‘ξερε απ’ τις τηγανητές πατάτες και το γκίρι γκίρι του, το ασταμάτητο, στο κατώι της κουζίνας.
Έβαζε, λοιπόν την ποδιά η Χατιτζέ και τη μεγάλη κατσαρόλα με το νερόξυδο στη μασίνα κι έπιανε να καθαρίσει τα κρεμμύδια.
Μπογιά δεν έπαιρνε…μην τους πάρει χαμπάρι κι η γειτονιά…τα ‘βαφε με τα κρεμμυδότσουφλα τ’αυγά. Ο κανακάρης της τα ήθελε κατακόκκινα τα άυγά σαν της κυρά Τασούλας, της γειτόνισσας. Η Χατιτζέ όμως που ‘θελε και το χατήρι του τσοτζούκ να κάνει και τη συνείδησή της να έχει ήσυχη, επέμενε σθεναρά στα κρεμμυδότσουφλα και στα σαν κόκκινα... πορτοκαλί αυγά.
Μόλις τ’αυγά άρχιζαν να σιγοβράζουν η Χατιτζέ σήκωνε τα μανίκια για να πιάσει τη μαγιά, για τα τσουρέκια.
Η διαδικασία ίδια…μα με μυρωδιά, αλλιώτικη. Έπιανε τη μαγιά στη μεγάλη μπακιρένια ζυμώστρα, την κουκούλωνε με μια κουβέρτα και την έβαζε στο σκαμνάκι, δίπλα στη μασίνα να φουσκώσει… ν’ αφρατέψει η ζύμη. Τρία τέσσερα κοιτάγματα, μετά κι όταν το ζυμάρι άρχιζε να ξεχυλίζει, έλεγε η Χατιτζε: "Ταμάμ, τσοτζούμ, χίζιρ γκελντί!" κι έπαιρνε τη ζυμώτρα απ’ το σκαμνάκι. Το τσουρέκι ήταν σε καλό δρόμο.
Ρωτούσε, ο Τζίνγκο απ’ τα σκαλοπάτια, μπάστακας σ’όλη τη διαδικασία, μην τυχόν και μετανιώσει η αννέ και δεν κάνει τα τσουρέκια… «Όλντού μου αννετζίμ;»… «Ταμάμ γιαβρούμ, ταμάμ» τον καθυσήχαζε η αννέ.
Μετέφερε η Χατιτζέ, τη ζύμώτρα στο σοφρά, μαζί με τα μυρωδικά κι έβαζε το βούτυρο στη φωτιά, φρέσκο βούτυρο, βουβαλίσιο να μυρίσει το τσουρέκι. Γονάτιζε η Χατιτζέ κι έριχνε πρώτα τα μυρωδικά στη ζύμη. Όχι κακκουλέ και μαχλέπι δεν τ’άρεζε… με βανίλια τα ‘θελε τα τσουρέκια. Φρέσκια βανίλια απ΄την Πόλη φερμένη, να την ανοίγεις και να σου ανοίγει την ψυχή, η μυρωδιά της… να σε κάνει να χαμογελάς.
Ρουχούμ ατσιλσίν, μπε τζανίμ… πως το λένε!
Ν’ανοίξει η έρημη ψυχή μου, βρε παιδί μου…ν’άνοίξει!
Και άνοιγε η ψυχή, μόλις άρχισε να φουρνίζει η Χατιτζέ και το τσοτζούκ απ' τα σκαλοπάτια άρχιζε να μυρίζει, παίρνοντας βαθιές ανάσες...όλο και βαθύτερες
"Ταμάμ αννετζίμ, ολντού μου;" τη ρωτούσε κάθε τόσο...
"Ολντού πασα 'μ, ολντού, αμά γκελ ιτσερντέ...καπί, καπαίμ...γιατί θ'ακούσει η γειτονιά τη μυρωδιά
Get your own playlist at snapdrive.net!
"Αμέτ, τούρκτσε κονούς, λούτφεν… μίλα τούρκικα σε παρακαλώ!"
Ο παππά Γιάννης τελείωσε την πρώτη ανάσταση του Σαββάτου, φόρεσε το καλιμάφκι του και πήρε το δρόμο για την αγορά.
Κουρασμένος ξεκουρασμένος το πράμα δε σήκωνε αναβολή. Έπρεπε να πάει να κανονίσει τα έπιπλα για τη Μαριώ του, το κορίτσι του, που θα το πάντρευε το Μάη. Τ’ασπρόρουχα και τα κεντήματα τα ‘χε έτοιμα η πρεσβυτέρα, το σπίτι το’χε κουτσοβολέψει με το δάνειο ο πάτερ… τα έπιπλα έμεναν για να είναι όλα έτοιμα για το Μαριώ.
Μπαίνει λοιπόν, ο παππα Γιάννης στο μαραγκούδικο.
-Καλώς ήρτες, παππά, λέει ο Αμέτ.
-Χος μπουλντούκ Αμέτ, λέει ο πάππα Γιάννης.
-Παππά-Γιάννη καφέ τα πιούμε;
-Τσοκ σεκερλί ολσούν, Αμέτ.
-Παίδί, ασλάν! Κάνε δυο τσοκ σεκερλί.
Το τσιράκι πήγε να ετοιμάσει τους καφέδες κάτω απ΄το άγρυπνο βλέμμα του κάλφα του μαραγκούδικου.
-Αμέτ ουστά, μουστερί βαρ’μ, ισλερ νάσιλ;
-Δόξα το Θεό παππά ντουλειά πολύ, λεφτά γιοκ.
-Ξέρω, ξέρω Αμέτ και σε μας το ίδιο είναι, είπε ο παπά Γιάννης. Μουστερή τσοκ άμα, παρά γιοκ!
-Τι τέλεις παππά, ρώτησε ο Αμέτ αφού γελάσαν και οι δυο.
-Αμέτ ουστά, μπενίμ Μαριώ εβλενετζέκ.
-Μπράβο παππά…πότε ο γάμος;
- Γιακιντά Αμέτ, το Μάη, ντολάπ, γιατάκ και σαλόν ιστίορουμ.
- Μπορώ τα σου κάνω παππά, και ντουλάπα και κρεβάτι… και σαλόνι, μπορώ.
-Μπιλίορουμ Αμέτ ουστά, άμα γκιουζέλ ιστίορουμ για τη μπενίμ Μαριώ!
-Έντάξει παππά, ωραίο τα το κάνω, μη στεναχωριέσαι τα’ρτώ τα πάρω μέτρα…τη Τρίτη, μετά τη Πάσχα
-Αμέτ ουστά, ντικατλί ολ… μπενίμ Μαριώ τσοκ γκιουζέλ έπιπλα, ιστίορουμ… καλή δουλειά, Αμέτ,ιστίορουμ... μπιλίορσουν!
- Εντάξει παππά, μη στεναχωριέσαι…εγώ μια φορά τα κανονίσω τη κόρη σου…τα το τυμάται όλη τη ζωή!
Άφωνος ο παπά Γιάννης…ξεροκατάπιε, κοκκίνισε και πήρε το νερό του.
-Τι έπατες παπά; ρώτησε ανήσυχος ο Αμέτ.
-Αμέτ ουστά…τουρκτσε κονούς, λούτφεν…μίλα τούρκικα να συνεννοούμαστε καλύτερα, είπε ο παππά Γιάννης σφίγγοντας δόντια και χέρια.
-Ταμάμ παππά, ταμάμ…κίζμα, μπε τζανίμ…Τρίτη γκελετζέμ…μέτρα αλατζάμ
- Αφερίμ Αμέτ ουστά…τώρα συνεννογιόμαστε! είπε ο παπά Γιάννης κι έσφιξε το χέρι του Αμέτ.
-Εντάξει, πάπά…ολντού και Καλή Πάσχα! του 'πε ο Αμέτ και τον ξεπροβόδισε, τον παπά Γιάννη,
15 σχόλια:
Καλή Πάσχα Ρουλιώ!
Πήρα από τα κεράσματα, το πιοτί μόνο δεν κατάλαβα, τι είναι;
Βισκάκι mammα μου:)
Καλή Πάσχα και σε σένα
Το ΄Παμπούδι, καλά το χεις;
Και τι είναι το βισκάκι καλή μου;
Ο Πάμπο είναι καλά... "πεινάω μαμά, θέλω φακές κρύες και τυρί"
Κι έτσι τούτη της ώρα μαγειρεύω γιατί εννοείται πως φακές Πασχαλιάτικα δεν έχω:)))
Ουίσκι, ουισκάκι, βισκάκι...γιατί εκείνο το ουι με μπεδεύει.
Δεν έβαψες φέτος φακές, mamma μου...σχολή, καινούριο ρεύμα θα κάνει ο υιος:)
Καλή του όρεξη
Άμα είναι έτσι:) ένα βισκάκι θα το πιώ;)
Στην υγειά σου καλό μου για τους δικούς είναι το βισκάκι:)
Θέλω κι εγώ βισκάκι! :)
Χρόνια πολλά και στις δυο σας! :)
Στην υγειά σου Αθανασία
Χρόνια Πολλά:)
Χρόνια Πολλά σε όλους
Χρόνια Πολλά Ρουλιώ...
(Σε θηλυκό Παπαδιαμάντη μου εξελίσσεσαι κοκόνα μου!)
:)
Μη λες έτσι, βρε ανερυθρίαστε, μας ακούει κι ο κόσμος
Ευχαριστώ για τις ευχές, Αλουφάκη:)
Χρονια Πολλα,Περδικα.
Ευχαριστώ, Κωνσταντή
Χρόνια πολλά Ρουλιω!κι ένα βισκάκι(μπουκάλι εννοείτε βεβαίως-βεβαίως)ας το πιούμε λόγω εορτών!
Χαλάλι, βρε Παναγιώτα, βεβαίως-βεβαίως, στην υγειά μας σε γιορτές και καθημερινές:)
Χρόνια σου πολλά και καλά!
Συγγνώμη, μαυραδέρφια, αλλά έπρεπε...εγώ τακουσα, αλλά να τακούει κι ο κόσμος, δεν κάνει λέμεεεεε!:)
Δημοσίευση σχολίου