Πέμπτη 13 Μαρτίου 2008
(2)
Από το Σεπτέμβρη, τα φεγγάρια δεν ήταν τόσο φωτεινά στο δεύτερο όροφο του παλατιού. Οι δυο, για δώδεκα χρόνια, συνέταιροι στη δουλειά και στη ζωή, και τα τρία τελευταία μόνο στη ζωή και αυτό soile- boile που λεν και οι καλοί μας γείτονες, ερωτευμένοι και στη συνέχεια παθιασμένα αυτοκόλλητοι, δεν άντεχαν ούτε τη μυρωδιά ο ένας του άλλου.
Ειδικά η γιαλαντζί πριγκίπισσα Ρούλα βρισκόταν σε μια τέτοια κατάσταση θυμού, πόνου και απελπισίας που μπορούσε να εκφραστεί μόνο από το «η ζωή μου, ο θάνατός σου». Ήταν, ίσως, η πρώτη φορά που η Ρούλα είχε αποφάσισε συνειδητά να μην γυρίσει τον τσουρωμαδημένο δικό της κώλο για τα δέοντα, αλλά να αρπάξει τον πιο κοντινό, προσφιλή κώλο του διαδόχου και να τον τσακίσει.
Ο αγαπημένος της διάδοχος βέβαια, δεν γύρισε τον μεταξωτό ποπό του, αντιστάθηκε και έσυρε την καημένη, αφού τα θέλει ο κώλος της Ρούλα, στην αγαπημένη του θάλασσα από σπανιότητες, από θεϊκά χτυπήματα με βατραχοπέδιλα, από αδικίες και έλλειψη επικοινωνίας. Στην πριγκιπέσσα σέρβιρε απαξιωτικές αναφορές για την έλλειψη πάθους στη ζωή της και επικριτικά, θυμωμένα σχόλια, εν γένει για το μέσο όρο και το αέναο κυνήγι του μικροαστικού του ονείρου. Για γαρνί το πιάτο περιελάμβανε ενοχές και τύψεις, με μεράκι τοποθετημένες.
Τα’πε όλα ο καλός της, με μανία, συνεπικουρούμενος από οκάδες μπύρας, μόνιμο σύμβουλο στις δύσκολες θαλάσσιες περιηγήσεις τους, προσπαθώντας να ξορκίσει το κακό που ήθελαν να του κάνουν, όλοι «εσείς», οι παλατιανοί εχθροί.
Η Ρούλα, ω της έκπληξης, μάσησε, αλλά αυτή τη φορά δεν έφτυσε, μα κατάπιε και τα κουκούτσια, οπότε, όπως καταλαβαίνετε της έπεσε βαρύ το πιάτο των τύψεων, γαρνιρισμένο με ενοχές.
Παράτησε το διάδοχο και μπήκε στο μπάνιο. Έβαλε το δάχτυλό της βαθιά μέσα στο λαιμό της, κατά την φίλτατη συνήθεια πολλών συντροφισσών της. (Κορίτσια! Οργανωθείτε ! Είμαστε πολλές, αλλά είμαστε σκόρπιες)
Ξαλάφρωσε, φόρεσε τα γιορτινά της και σαν έτοιμη από καιρό, πήγε να ξανασυναντήσει τον αγαπημένο της. Του αναγνώρισε ότι δεν έφταιγε αυτός, ότι η σπανιότητά του και το χτύπημα του θεϊκού βατραχοπέδιλου ήταν η αιτία όλων των δεινών τους. Παραδέχτηκε ότι αυτή ανήκει στο βαρετό, ανάξιο λόγου μέσο όρο και ότι είναι πολύ πουτάνα αυτή η ζωή, που έστειλε και στους δυο, τέτοιους, μη συμβατούς συνεταίρους, που δεν πρόκειται με τίποτα να κάνουνε χωριό.
Τώρα είχαν έρθει στα ίσα τους, αισθάνονταν, βίωναν το ίδιο έργο, θρίλερ μπορεί, αλλά το ίδιο.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου