Κυριακή 30 Μαρτίου 2008

(7)



Άρχισε να τα φωνάζει, να τα κραυγάζει τότε, ο πιστολάς τα επιχειρήματα του. Και να κουνάει τα πιστόλια του. Είχε αγοράσει καινούρια καιρό τώρα, και τα γυάλιζε εμφανώς, μπας και ταρακουνηθεί ο Σπάνιος.

Την άκουσε, κάπου πάνω στα δέκα χρόνια, επιτέλους , μαζί με τη γειτονιά που είχε βγει στα μπαλκόνια. Έξαλλος! Για τις κραυγές, για τη γειτονιά και για την έκπτωση του τίτλου. Πρώτη φορά τον έλεγε Σπάνιο, σκέτα. Χωρίς το αγαπημένος και χωρίς το διάδοχος. Μόνο Σπάνιος…

«Απάλλαξέ με, επιτέλους απ’ τα κωλοεπιχειρήματά σου» της είπε. «Θες να με σύρεις στη μιζέρια, στην ουρά, μαζί με όλους στη διάβαση, να περιμένω; Δε θα ‘μαι σπάνιος, πια!» και την κλώτσησε τη Ζαχαρούλα… με την ατσαλένια περικνημίδα του. Δεν τον έπιανες στον ύπνο, εύκολα το Σπάνιο. Την είχε τη γκαβάντζα του, καλά φυλαγμένη.

…Στο γκρεμό ο πιστολάς, τελευταία στιγμή πιάστηκε απ’ το μισάνοιχτο αλεξίπτωτό του,. Χωρίς άχνα, με αγωνία, σφιχτά και ένα αίσθημα αυτοσυντήρησης πρωτόγνωρο.
Ολοφάνερα, είχε βρει ο πιστολάς! Έπρεπε να το πάρει αλλιώς…Πώς δεν ήξερε, δεν ήταν σίγουρος. Όλες οι super βεβαιότητες της, μεμιάς κατέρρευσαν. Τίποτα πια ξεκάθαρο. Όλα θολά.

Είχε αρχίσει, τελευταία να καταλαβαίνει ότι βαριάκουγε ήταν και η ηλικία που το δικαιολογούσε, αλλά και προβλήματα όρασης, πόθεν; Μόνη, μπροστά στο γκρεμό και με προβλήματα ακοής και όρασης. Α.Μ.Ε.Α. ΣΤΑ ΞΑΦΝΙΚΑ!... ή από γεννησιμιού;

Θυμήθηκε, ο Killer, τον κάλο, τον εκ γενετής, στον εγκέφαλο, που είχε διαγνώσει ο εφηβικός της σωματοφύλακας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: