Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008
(2)
Όλες ήταν αργές. Πάντα ήθελαν το χρόνο τους και στην αρχή, ειδικά, κανείς δεν καταλάβαινε. Κανένας δεν τον έδινε. Τι χτύπημα στο πάτωμα, τι παρακάλια, τι δαγκωνιές, τι κλάματα. «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω».
Κανείς δεν τα περίμενε τα κορίτσια. Όλοι θέλαν το κάτιτις που ζητούσαν, τώρα, και όπως το ‘χαν στο κεφάλι τους. Κι αν δεν το ‘παίρναν, ‘φεύγαν τρέχοντας. Η βασίλισσα, οι δάσκαλοι τους, οι παρολίγον σύντροφοι στη σχολή…
«Πώς τα κατάφερες, βρε Ζαχαρούλα, όλους να τους παρακαλάνε να μπουν στην Κ.Ν.Ε. κι εσύ να τους ζητήσεις να γίνεις μέλος, όντας φίλος, να σε περάσουν από συνέντευξη…άκου συνέντευξη στα κουτούκια τους γράφανε τους κνίτες και εν τέλει να σε απορρίψουν ως οπορτουνίστρια, με το χαίρεται, γαμώ το μπελά μου, δεν έχει ξαναγίνει. Θα το κυκλοφορήσω ως ανέκδοτο» την κορόϊδευε ο εφηβικός της σωματοφύλακας.
Ούτε και η Ζαχαρούλα είχε καταλάβει, γιατί τότε…Για το λογάκι για το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, για το παλιό της σχολείο, για το στυλ του πιστολά που θύμιζε αμερικάνικο ιμπεριαλιστικό γουέστερν;
Δεν είχε καταλάβει η Ζαχαρούλα, μα η πόρτα στη μάπα πόνεσε και τότε, όπως πάντα. «Ίσως, αργότερα» της είχαν πει οι, κατά τα άλλα πολύ συμπαθείς καθοδηγητές, προσπαθώντας να χρυσώσουν το χάπι, μα έφυγαν τρέχοντας, ή έτσι νόμισε η Ζαχαρούλα…για πού, τι τρέχαν να προλάβουν;
Πάλι γαμώτο δεν κατάλαβε.
Όλοι ‘τρέχαν σίγουροι και χαρούμενοι μπροστά να προλάβουν να το, να την, δεν ήξερε, πιάσουν…και η Ζαχάρω και η Ζαχαρούλα πίσω, ιδρωμένες από το επιτόπου τρέξιμο και την αγωνία να κοιτούν δεξιά αριστερά να δουν, τι είναι αυτό που όλοι κυνηγούν;
Ώσπου, κάποια στιγμή η Ζαχαρούλα αποφάσισε να φτιάξει ένα δικό της παιχνίδι .
Και παραδέχτηκε στον εαυτό της, πρώτη φορά στο παλιό κάστρο ότι δεν τα καταφέρνει με τα γρήγορα παιχνίδια, δεν τα ξέρει και τα φοβάται…Και δεν της φτάνουν, δεν τα ευχαριστιέται, γιατί τελειώνουν γρήγορα. Ότι είναι αργή, ότι θέλει το χρόνο της, το ρυθμό της.
Και τα ‘πε στους καινούριους της δασκάλους και την άκουσαν.
Ήταν το πρώτο δικό της παιχνίδι και ‘πέτυχε, δεν έτυχε, όπως όλα τα προηγούμενα που, ασθμαίνοντας έτρεχε να τα προλάβει.
Ήταν σαν εκείνο το πρώτο της Ζαχάρως, με την περπατούρα, όταν της, την πρωτοπήρε ο μπαμπάς της. Αβέβαιο, αργό, προσεχτικό.
Μόνη, με την περπατούρα…να δίνει εκείνη το ρυθμό και να τα καταφέρνει, να τον ξεπερνάει και να συνεχίζει να παίζει, ένα καινούριο παιχνίδι κάθε φορά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου