Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008
«Το πιο καλύτερο παιδί.»
Μάνα αρμενίζει σε στραβό γιαλό, με πολλά μποφόρια, από το πρωί. Κατά της 8 πιάνει, κατάκοπη, λιμάνι.
«Μανούλα, μανούλα μου καλή, ήρθες επιτέλους!» τρέχει, ο εδώ και μια βδομάδα άρρωστος μικρός της, να την προϋπαντήσει στην πόρτα.»
«Ήρθα, μωρό μου, επιτέλους.»
Πετάει παπούτσια, τσάντα και κλειδιά η μάνα, τον παίρνει αγκαλιά, λέγοντας «εντάξει, για λίγο, μόνο…» στη μέση της που διαμαρτύρεται έντονα και χύνονται στον καναπέ.
«Τι κάνουν τα παληκάρια μου;»
«Εγώ παίζω» απαντάει, πρώτος ο μεγάλος, απ’ την απέναντι μεριά του σαλονιού.
Γυρίζει η μάνα προς τον μεγάλο…
«Εγώ είμαι άρρωστος» πετάγεται ο μικρός, πιάνοντάς την από το σαγόνι και γυρίζοντας το πρόσωπο της, πάλι προς το μέρος του.
«Έλα, βρε παραπονιάρη, αφού πέρασε η γρίππη, δυο μέρες δεν έχεις πυρετό, λίγο βηχαλάκι σου ‘μεινε, θα περάσει κι αυτό. Με πήρε και η κυρία σου, σήμερα, να με ρωτήσει τι κάνεις και της είπα ότι είσαι καλά και αύριο θα πας στο σχολείο.»
«Σε πήρε η κυρία μου…τηλέφωνο; Πότε;»
«Σήμερα, το πρωί.»
«Τη …τη ρώτησες;»
«Τι να τη ρωτήσω, παληκάρι μου;»
«Ε, ρε μαμά…Να τη ρωτήσεις…να σου πει… ποιο είναι τώρα, το πιο καλύτερο παιδί στην τάξη, που εγώ είμαι άρρωστος και δεν πάω σχολείο;»
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου